- υποεπιτροπή
- η подкомиссия
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
υποεπιτροπή — Σώμα που συγκροτείται μέσα στους κόλπους μιας επιτροπής και βρίσκεται σε μια σχέση εξάρτησης μαζί της, όπως περίπου η επιτροπή η ίδια απέναντι στο φορέα που την έχει συστήσει. Συνήθως, έχει σκοπό τη διεκπεραίωση έργου εξειδικευμένου και… … Dictionary of Greek
Γερμανίας, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη που ιδρύθηκε το 1963 με την έκδοση Ιδρυτικού Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται. Με τον νόμο 222/24 10 1974 του ομόσπονδου γερμανικού κρατιδίου της… … Dictionary of Greek